29.11.15

η πρόσφυγας

Στου ουρανού το υπόγειο, που κείτεται αιχμάλωτη,
μια μάνα άνιφτη ολοβραδίς αναστενάζει
κι ένας θεός που ίσως ν' άκουσε τη μητρική ευχή,
βουρκώνει απ’ το μαράζι της και ρίχνει μαύρο δάκρυ
μπροστά στου οριζόντου το φρεσκοβαμμένο άλικο.

Μα στης μητέρας την καρδιά, την ανοιχτή κι ευάλωτη,
της ζωγραφίζει χαρακιές το θεϊκό χαλάζι.
Μόνο οι γοργόνες μεσοπέλαγα είδανε μια ψυχή
που διέσχισε του ορίζοντα τη ρουσογάλανη άκρη
κι ένα μικρού μεγέθους, να επιπλέει, κοντομάνικο.


-ψ.ψ.


(Υ.Γ.: Οι στίχοι είναι βασισμένοι σε αληθινή ιστορία, την οποία μας μετέφερε από δική του εμπειρία ο Αγγέλας: «Σε μια κατάληψη για τους πρόσφυγες υπήρχε μια γυναίκα από τη Συρία, της οποίας τα 3 από τα 4 παιδιά πνίγηκαν στην προσπάθειά τους να φτάσουν στην Ελλάδα. Η γυναίκα έκτοτε φοβάται το νερό, αφού την παραπέμπει σ' αυτό το γεγονός, σε σημείο να μην μπορεί καν να κάνει μπάνιο. Τα μωρομάντηλα ήταν η μόνη λύση που μπορέσαμε να βρούμε»)

20.11.15

"Ψεύτικος Ντουνιάς - C. Lupus" (Ανακοίνωση για την κυκλοφορία)


Κυκλοφορεί από την Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015 η πρώτη έντυπη δουλειά του σλίτζι, ο "Ψεύτικος Ντουνιάς".

Ό,τι χρειαζόταν για να ολοκληρωθεί το βιβλίο έγινε "από εμάς και τους γύρω μας". Την γενικότερη επιμέλεια είχε ο C. Lupus, το εξώφυλλο το έφτιαξε ο Ψηλέας Ψογκ -με βοήθεια απ' τη Σοφία- και την γλωσσική επιμέλεια έκανε η Στέλλα. Στόχος ήταν η έκδοση να μην υπολείπεται σε κάτι από μία "κανονική". 

Το βιβλίο είναι 74 σελίδες, στις οποίες περιέχονται 24 κείμενα-ποιήματα του C. Lupus, 13 αδημοσίευτα και 11 δημοσιευμένα, τα περισσότερα αρκετά αλλαγμένα από το πώς πρωτομπήκαν εδώ. Περιέχεται επίσης 1 κείμενο της thakrya και 1 ποίημα της Μ.

Ο "Ψεύτικος Ντουνιάς" στην αρχή θα μοιράζεται χέρι-χέρι, αλλά με τον καιρό θα υπάρχει και σε συγκεκριμένα μαγαζιά και χώρους. 
Για παραγγελίες: slitzi.info@gmail.com

Promo Video:



"Σε τούτους τους βουβούς καιρούς
που τα μυρμήγκια βασιλεύουν
εκείνη αρπάζει τη θαμμένη λεβεντιά
να φυλαχτεί από της σήψης την πολιορκία."

8.11.15

πειρατικό


Αδειάζουν βίρα τα κρασιά, βαρέλια όλο στερεύουν
τον τρόπο μάθανε μικροί, τον έχουν χαραγμένο
σαλπάρουνε και φεύγουνε με πλοίο σαπισμένο
το γέλιο της καρδιάς, στην όστρια το σμιλεύουν.

Στου καταρτιού απάνω την κορφή, σημαία μαύρη κυματίζει
ολόσκιστη και γερασμένη απ’ τους πολλούς αγέρες
να κουβαλάει πάνω της του “Κάπτεν-Τζακ” τις μέρες
μ’ άσπρο κρανίο στο κέντρο της, τα κύματα γκρεμίζει.

Κι αν βρούνε κάπου μια στεριά, μια σκουριασμένη πλάση
τις κοπελιές γυρεύουνε, τραγούδι κάνουνε παλιές τους αμαρτίες
όλο το βράδυ μπλέκουνε κορμιά και ιστορίες
πριν φύγουν πάλι μακριά, δεν είν’ γι’ αυτούς τα δάση.

Στο κέντρο όλης της θάλασσας, μες τ’ άγριο παιχνίδι
πιάνουν τα χέρια τους σφιχτά, στήνουν αλάνικο χορό
τρίζουν τ’ αμπάρια κι οι γοργόνες στο βυθό
τινάζουνε την άγκυρα για το μακρύ ταξίδι.

«Κανείς να μη φοβάται, ψυχή να μη δειλιάζει
έτσι διαλέξαμε τα χρόνια μας, ζωσμένα φασαρίες
τρέχουμε και ρουφάμε της Γης τις μελωδίες
κι αν έρθει νύχτα αφέγγαρη, ύστερα αυγή χαράζει.»


-C. Lupus