Κι ενώ η
ζωή φαινομενικά κυλάει με
κάποιον δικό
της ρυθμό, έρχονται ξαφνικά
φορές που ένα τεράστιο
κενό αποκαλύπτεται μπροστά
μας, φορές που αισθανόμαστε
μια ανυπέρβλητη ματαιότητα
για την σύγχρονη ζωή
της πόλης, μια έλλειψη
ουσιαστικού νοήματος που
την αντικρίζουμε
τριγύρω αλλά
και μέσα μας.
Απ' το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο κι από κει στην καθημερινότητα της δουλειάς, μάς προβληματίζουν πάνω-κάτω τα ίδια πράγματα και απέναντι σε αυτά στεκόμαστε εδώ και χρόνια με πείσμα. Να μη γίνει η δουλειά η ζωή μας, να μη χαθούμε με τους ανθρώπους μας, να μην υιοθετήσουμε ένα προσχεδιασμένο μέλλον, να μην αγνοήσουμε τον πόνο και την αδικία γύρω μας, να μη μας συνθλίψουν οι ρόλοι της κοινωνίας, να μην αποδεχθούμε καμία συνθήκη εξουσίας, να μη λησμονήσουμε την ευτυχία, να μη συμβιβαστούμε με μια ύπαρξη πεζή και ανέραστη.
Στην εποχή μας όλα τα μεγάλα οράματα έχουν πεθάνει. Μέχρι λίγο πριν την αλλαγή της χιλιετίας, ακόμη κι αν εμάς στο σήμερα δεν μας εκφράζει συλλογικά μάλλον καμία από τις τότε "μεγάλες αξίες" , οι άνθρωποι έβρισκαν σε κάτι να πιστέψουν και να ορίσουν τη ζωή τους με βάση αυτό. Άλλοι πίστευαν στον Θεό και ήλπιζαν στη συγχώρεση, στη σωτηρία της ψυχής και στον μεταθανάτιο παράδεισο, άλλοι στην πατρίδα και στην ενίσχυσή της, στο ξεπέρασμα της φτώχειας και στην καλύτερη και χωρίς πολέμους ζωή για τις επόμενες γενιές της χώρας, άλλοι στην επανάσταση και τον υπαρκτό σοσιαλισμό, που για πολύ καιρό κυριαρχούσε στα 2/3 του πλανήτη και υποσχόταν μια κοινωνία ισότητας και δικαιοσύνης.
Εν τέλει τα χρόνια πέρασαν και ήρθε απότομα να τα σκεπάσει όλα το αμερικάνικο όνειρο· το παθιασμένο και άνευ όρων κυνήγι του χρήματος, της φήμης, της ανέλιξης, της προβολής. Εκεί όπου όλα είναι μάταια και περιττά, εκτός από ό,τι μπορεί να μας αποφέρει κέρδος. Κάπου εδώ βρισκόμαστε λοιπόν μέχρι σήμερα, στη μεγάλη εικόνα τουλάχιστον, με την επιπλέον ιδιαιτερότητα ότι πια έχει αποκαλυφθεί πως αυτό το ιδιότυπο star system δεν μπορεί να χωρέσει πάρα μόνο ελάχιστους, με την πλειοψηφία απλώς να ζει για να το θρέφει.
Οι προβληματισμοί μάς έρχονται διάσπαρτοι και απανωτοί σαν καταιγίδα στα κεφάλια μας. Όσο όμως κι αν λένε ότι όλα τα αγοράζει το χρήμα, εμείς τουλάχιστον ας μην συμβιβαστούμε στη μετριότητα, ας θυμηθούμε τα παιδικά μας όνειρα, ας μη χάσουμε κάθε επαφή με το φυσικό περιβάλλον και την απλότητα της ζωής, ας μην αφήσουμε την τεχνολογία να ορίζει τις σχέσεις μας, ας συνεχίσουμε να προσπαθούμε για μια κοινωνία όπου κανένα άτομο δεν θα περισσεύει, ας μη συναινέσουμε στον έλεγχο των πάντων απ' το κράτος, ας μην προσαρμοστεί όλη μας η ζωή στην εργασία μας, ας επιμείνουμε ως το τέλος στην αναζήτηση της ευτυχίας.
Δεν θεωρητικολογούμε ούτε και βαδίζουμε σε κενό αέρος, έχουμε την πίστη στη συνείδησή μας να μάς ορίζει ένα στέρεο έδαφος για να προχωράμε: την αδιαλλαξία της αξιοπρέπειας μας, την υπεράσπιση όλων των αδικημένων, τον σεβασμό στο διαφορετικό, την ενσυναίσθηση με τον συνάνθρωπο και τη φύση, την επιδίωξη να αφήσουμε στις επόμενες γενιές έναν κόσμο ο οποίος θα συνεχίζει να περιέχει και να διαφυλάττει ουσιαστικά νοήματα.
Δεν έχουμε κανένα μεγάλο όραμα να προσφέρουμε πάρα την απλή καθημερινή συνύπαρξη· μια παρέα σε ένα καφενείο, ένα βιβλίο που μας απορροφά, δύο παιδιά που αγαπιούνται ακόμα, ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο στο αμάξι, ένα πλοίο που μας φέρνει αγαπημένα πρόσωπα, τον ουρανό που όλο αλλάζει χρώματα κι όλο τον αγνοούμε.
Δε θυσιαζόμαστε στο όνομα μιας αόριστης αγάπης για την ανθρωπότητα, δεν υπακούμε σε μια ιστορία με δικούς της νόμους, που προχωρά μόνο με φωτιά και αίμα. Ονειρευόμαστε την ευτυχία, όχι σε κάποιο άπιαστο μέλλον, όχι σε κάποια μακρινή πολιτεία που καμιά εγγύηση δεν έχουμε πως ποτέ θα υπάρξει, αλλά στο τώρα, σ’ αυτήν τη γη, ανάμεσα στους ανθρώπους του σήμερα. Δε διαχωρίζουμε τη δικαιοσύνη από τη συμπόνια, τον αγώνα για ελευθερία από την τρυφερότητα και την ομορφιά. Βρίσκουμε το θάρρος σε ένα χαμόγελο, σε δυο ερωτευμένα μάτια, σε ένα φιλικό άγγιγμα.
Κι όταν, από κάποια αμμουδιά, κοιτάζουμε τ’ άστρα, δε βλέπουμε μακρινούς πλανήτες, δε νιώθουμε δέος μπροστά στην απεραντοσύνη του σύμπαντος, μονάχα αφουγκραζόμαστε την ανάσα εκείνων που κάθονται πλάι μας με τα μάτια στραμμένα στη νύχτα. Κι αν παραμένουμε ξένοι, κι αν μοιάζει καμιά φορά να μας χωρίζει το χάος, δεν παύουμε να αναζητούμε το κοινό εκείνο όραμα που θα μας ενώσει.