8.11.15

πειρατικό


Αδειάζουν βίρα τα κρασιά, βαρέλια όλο στερεύουν
τον τρόπο μάθανε μικροί, τον έχουν χαραγμένο
σαλπάρουνε και φεύγουνε με πλοίο σαπισμένο
το γέλιο της καρδιάς, στην όστρια το σμιλεύουν.

Στου καταρτιού απάνω την κορφή, σημαία μαύρη κυματίζει
ολόσκιστη και γερασμένη απ’ τους πολλούς αγέρες
να κουβαλάει πάνω της του “Κάπτεν-Τζακ” τις μέρες
μ’ άσπρο κρανίο στο κέντρο της, τα κύματα γκρεμίζει.

Κι αν βρούνε κάπου μια στεριά, μια σκουριασμένη πλάση
τις κοπελιές γυρεύουνε, τραγούδι κάνουνε παλιές τους αμαρτίες
όλο το βράδυ μπλέκουνε κορμιά και ιστορίες
πριν φύγουν πάλι μακριά, δεν είν’ γι’ αυτούς τα δάση.

Στο κέντρο όλης της θάλασσας, μες τ’ άγριο παιχνίδι
πιάνουν τα χέρια τους σφιχτά, στήνουν αλάνικο χορό
τρίζουν τ’ αμπάρια κι οι γοργόνες στο βυθό
τινάζουνε την άγκυρα για το μακρύ ταξίδι.

«Κανείς να μη φοβάται, ψυχή να μη δειλιάζει
έτσι διαλέξαμε τα χρόνια μας, ζωσμένα φασαρίες
τρέχουμε και ρουφάμε της Γης τις μελωδίες
κι αν έρθει νύχτα αφέγγαρη, ύστερα αυγή χαράζει.»


-C. Lupus

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου