Σελίδες

4.7.20

Σε κάποια Βέρα τελοσπάντων...


Ξεπεσμένοι, ξοφλημένοι. Φάρμακα, φόβος, φρίκη. Τεμπέληδες, τρελοί, τελειωμένοι. Βάρος, βία, βάσανο. Βέρα! Άσπροι τοίχοι, άσπρα ρούχα. Μορφίνη. Δεν πάει άλλο, τέρμα. Ο γιατρός είπε ότι δεν έχω ελπίδες. Ότι όσο ζήσω θα είναι σκατά. Η χημεία σαν επιστήμη δεν έχει προοδεύσει αρκετά για να με κάνει να νιώθω ικανοποιητικά αλλιώς απ’ το πραγματικό. Είναι δύσκολη η περίπτωσή μου. Ο φύλακας μου είπε ότι δεν μπορώ να βγω στο δρόμο. Και ότι έχουν περάσει εφτά χρόνια απ’ το τελευταίο μου επισκεπτήριο. Και να βγω, πού θα πάω; Όταν έτρεξα έξω με βάρεσε, με έδεσε στην καρέκλα και μου έκανε την ένεση. Εκεί έχει προοδεύσει η χημεία. Τους δίνω λευκές κόλλες και τους λέω αυτό σκέφτηκα να ζωγραφίσω. Γιατί έχει αδειάσει η ψυχή μου. Αλλά δεν σκέφτονται ότι μπορεί να εννοώ και χιόνια. Ευτυχώς την τελευταία φορά ήρθε καλός κουρέας και με άφησε να τα κόψω μοϊκάνα. Της αρέσαν έτσι της Βέρας. Μου έλεγε: γιατί δεν τα κάνεις μοϊκάνα; Ορίστε ρε Βέρα, τα έκανα. Κι εσύ πουθενά. Αγαπάω τις νύχτες γιατί οι εφιάλτες διώχνουν τη μοναξιά μου.
*από το βιβλίο "Μεσόγειος" του C. Lupus

Ποίηση: C. Lupus Απαγγελία: Κ.Κ. Prod. by KTKA Ηχογράφηση-Μίξη: σλίτζι


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου