Σελίδες

12.5.15

το σταυροδρόμι


Σαν το χωριό μου άφησα πίσω μου και διαβήκα
δρόμο μακρύ, συνάντησα πελώριο σταυροδρόμι
χιλιάδες δρόμοι τέμνονταν με δίχως πινακίδες
μεμιάς αναρωτήθηκα κι αναρωτιέμαι ακόμη

Κάποια απ’ τα μονοπάτια του είχαν για χώμα αγκάθια
και άλλα που στο βάθος τους έλαμπε ένας θρόνος
ήταν σαν πίσσα σκοτεινά και δίπλα σε φαράγγια
και ρώτησα ένα γέροντα που περπατούσε μόνος

Τι ‘ναι γέροντα η ζωή;
Ποια να πάρω διαδρομή;

Κι ο γέρος μού αποκρίθηκε
το βλέμμα του παμπόνηρο
Ανθρώποι δεν τα λεν’ αυτά
πάνε και ρώτα τ’ όνειρο.

Όμως μακρές οι διαδρομές που η ζωή χαράζει
και να διακρίνω αν στ’ όνειρο λήγανε δε μπορούσα
μα εγώ τι φταίω ο μικρός, που πάντα στο χωριό μου
για τ’ όνειρο που ήθελα μονάχα τραγουδούσα;

Εκεί μόλις ξεκίνησα να τραγουδάω στ’ άστρα
αυτά κι εγώ ν’ ακούσουμε ξανά το όνειρό μου
το άκουσε μια μάγισσα που βγήκε από το χώμα
και μου ‘δωσε τη σφαίρα της να πω τον καημό μου

Τι ‘ναι μάγισσα το όνειρο;
Τ’ άστρο το κακόμοιρο;

Κι η σφαίρα μού αποκρίθηκε
Τ’ όνειρο είν’ δικό σου
κανένας άλλος μην στο πει
μονάχα ο εαυτός σου.

Η μάγισσα μού ζήτησε λεφτά κι ευθύς εχάθη
κι απόμεινα σε σύγχυση και δίχως απαντήσεις
σε μία γη ερημική, ξένη και ομιχλώδη
και στο ποτάμι έκατσα, να ψάξω εξηγήσεις

Μες στο νερό αντίκρισα εμένανε τον ίδιο
και έσκυψα κοντύτερα για να μου ψιθυρίσει
πριν μια σειρήνα ποταμού, μισόγυμνη κι ωραία
σπάσει το διάφανο νερό, το είδωλο διαλύσει

Τι 'μαι γω, και πού πάω;
Τι μπορώ και τι ζητάω;

Κι η γοργόνα απάντησε
Τούτο δεν το έχει δει
ανθρώπου μάτι πριν διαβεί
της ζωής τη διαδρομή.
-ψ.ψ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου