Σελίδες

28.5.19

Aντάρτης, κλέφτης, παλικάρι πάντα είν' ο ίδιος ο λαός


Ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα
ίσως εκεί να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε
κι η ομορφιά του ανθρώπου.
(Γ. Ρίτσος)

Ανεξάρτητα από τις εκλογικές αναμετρήσεις και τα αποτελέσματά τους, ανεξάρτητα από τις εκάστοτε πολιτικές αλλαγές και εξελίξεις, ό,τι κι αν συμβεί, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει ένα σημαντικό τμήμα του λαού, το πιο τίμιο και μαχητικό, που επιμένει να αντιστέκεται. Που εργάζεται για έναν κόσμο "στο μπόι των ονείρων, στο μπόι των ανθρώπων". Πλάι σε όσους παλεύουν "για μια στάλα αξιοπρέπεια".

Μιλάω για εκείνο το τμήμα του λαού, που τιμά τους ταπεινούς, που υπερασπίζεται τον αδικημένο, που σέβεται το διαφορετικό, που εκτιμά τον κόπο κάθε ανθρώπου, που αγωνίζεται για Ελευθερία. Που δεν είναι άγιο, που έχει αδυναμίες και κάνει λάθη, μα τα διορθώνει και προχωρά και μαζί του παρασέρνει όλη την κοινωνία. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που ποτέ δεν θέλησαν να εκμεταλλευτούν τον διπλανό τους, που διαφυλάσσουν την συντροφικότητα, τη συμπόνια, τη συλλογική ζωή.

Το τμήμα αυτό του λαού, ακόμη κι αν δεν είναι πλειοψηφικό, ακόμη κι αν δεν γίνει ποτέ πλειοψηφικό, παραμένει το πιο ενεργό, το πιο δραστήριο, το πιο προωθητικό. Είναι αυτό το τμήμα, που γέννησε το Βάρναλη, το Ρίτσο και τον Αναγνωστάκη, τον Θ. Αγγελόπουλο και τον Κατράκη. Είναι αυτό το τμήμα, που από τις τάξεις του βγήκαν οι νεκροί των μεγάλων απεργιών του '36 στη Θεσσαλονίκη, οι 200 της Καισαριανής και οι 300 της Κοκκινιάς, οι μαυροσκούφηδες του Άρη που απελευθερώσανε τον τόπο από τους Ναζί, οι φοιτητές που πέσανε μαζί με την πύλη του Πολυτεχνείου, ο Αλέξανδρος Παναγούλης και όσοι βασανίστηκαν στην ΕΑΤ-ΕΣΑ, ο Νίκος Τεμπονέρας και οι χιλιάδες μαθητές που κράτησαν την παιδεία μας δημόσια, ο Παύλος Φύσσας και οι αλύγιστοι αντιφασίστες που στείλανε τους Χρυσαυγίτες πίσω στα σκουπίδια της ιστορίας.

Αυτό λοιπόν το τμήμα του λαού, το πιθανώς μη πλειοψηφικό μα διόλου ασήμαντο αριθμητικά, είναι που καλούμαστε να υπερασπιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις. Είναι ο ανθός αυτής της κοινωνίας, το καντήλι ενός δίκαιου και ισότιμου κόσμου, η εγγύηση πως η εκμετάλλευση, ο κανιβαλισμός, ο δυτικός μεταμοντερνισμός, η καταπίεση και ο εκφυλισμός κάθε αξίας χάριν του κέρδους δεν θα επικρατήσουν ολοκληρωτικά.

Είναι χρέος μας το λαικό αυτό κομμάτι, του οποίου και αποτελούμε μέρος, να ενισχυθεί, να διευρυνθεί και να δραστηριοποιηθεί ακόμη περισσότερο. Γιατί αν υπάρχει ένα τμήμα της κοινωνίας πιο δραστήριο από εμάς, αυτό είναι αναμφίβολα η αστική τάξη, η οποία ξέρει πολύ καλά να προστατεύει τα συμφέροντά της. Η κατάσταση θα αρχίσει να μετασχηματίζεται υπέρ μας, όταν η δική μας κινητικότητα και δράση ξεπεράσει την αντίστοιχη των αστών.

Το μέλλον δεν προδιαγράφεται καθόλου ευοίωνο. Ο νεοφιλελευθερισμός και η ακροδεξιά παρελαύνουν σε όλο τον κόσμο. Δεν έχουμε όμως την επιλογή της παραίτησης. Πρέπει να αναλύσουμε νηφάλια τη συγκυρία, να κάνουμε τους αναγκαίους ελιγμούς, να συγκροτήσουμε το στρατόπεδό μας, να αναβαθμιστούμε οργανωτικά. Οφείλουμε να υπερασπιστούμε το τίμιο και μαχητικό κομμάτι του λαού ως το τέλος, ΜΕ ΚΑΘΕ ΚΟΣΤΟΣ.

Γιατί το κομμάτι αυτό είναι ο κόσμος μας, γιατί εντός του και μόνο εντός του φανταζόμαστε τη ζωή μας, η οποια δεν μπορεί να υπάρξει απομονωμένη και υποταγμένη, παρά μόνο περήφανη και συλλογική.


Αναδημοσίευση: ΟΡΕΙΝΟΣ

24.5.19

κάθε βήμα στρώνει τον δρόμο (Editorial από το Μαμπέτι #5)

Στη βάση του βουνού, όταν είσαι ξυπόλυτος και πεινασμένος, είναι αδύνατο, ρεαλιστικά μιλώντας, ακόμη και να φανταστείς την παρουσία σου στην κορυφή. Το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να βρεις κάτι να φας, να βρεις έναν βράχο να σε προστατέψει απ' τη βροχή, να ηρεμήσεις και, ασφαλής πλέον, να σχεδιάσεις το δύσβατο μονοπάτι σου μέχρι την επόμενη στάση. Έτσι, βήμα με το βήμα και στάση με τη στάση, ίσως έρθει η μέρα να αντικρίσεις από μακριά την κορυφή και να ανιχνεύσεις το μονοπάτι που θα σε οδηγήσει εκεί.

Αντιθέτως, πολλοί επιμένουν να ξεκινούν την ανάβαση ξυπόλυτοι και πεινασμένοι, "γιατί έχουν ψυχή", και να μην αναζητούν καν κάποιο μονοπάτι, αλλά να πηγαίνουν ίσια πάνω, μέσα απ' τους γκρεμούς και τα ποτάμια. Αρνούνται να δεχθούν ο,τιδήποτε λιγότερο από την κορυφή, έστω και για ένα μικρό διάστημα. Εξισώνουν το "σχετικά καλό" με το "απαίσιο" ως "μη-τέλεια", με αποτέλεσμα να γκρεμοτσακίζονται ξανά και ξανά. Κι αν όλοι αυτοί μες στην αφέλειά τους έχουν έστω κάτι ρομαντικά θαρραλέο, υπάρχουν και οι άλλοι, οι ακόμη χειρότεροι, οι οποίοι μη βρίσκωντας μια φανερή και άνετη διαδρομή ανάβασης προς την κορυφή, δεν δοκιμάζουν καν να την αναζητήσουν, μένοντας για πάντα στον πάτο, λέγοντας φθηνές δικαιολογίες.

Από τη μεριά μας λέμε το εξής: κι αν δεν υπάρχει δρόμος, θα τον κάνουμε εμείς να υπάρξει. Με κόπο, πείσμα και υπομονή, θα διαμορφώσουμε εκείνους τους μηχανισμούς που όντας προετοιμασμένοι για τις εκάστοτε συνθήκες θα χαράξουν μερικά μέτρα στη διαδρομή μας, θα μας επιτρέψουν τα πρώτα βήματα μπροστά. Με σύνεση και ηρεμία θα αναλύσουμε τις συγκυρίες, θα αναπροσασμόσουμε τις επιλογές μας ανάλογα με την κρίση μας και με τον καιρό θα είμαστε όλο και πιο οργανωμένοι, όλο και πιο αποτελεσματικοί, όλο και πιο έτοιμοι να κάνουμε ένα ακόμη βήμα μπροστά. Ένα βήμα που θα φροντίσουμε να μην είναι μετέωρο, μα συγκροτημένο και στέρεο.

20.5.19

κουβέντα (Editorial από το Μαμπέτι #1)

Το να περνάς τις μέρες σου μόνος μάλλον δεν έχει πολύ νόημα, και δυστυχώς αυτό τον καιρό συμβαίνει σε πολλούς. Μπορεί να έχεις δίπλα σου άτομα, αλλά συχνά είναι δίπλα σου απόλυτα και μόνο από άποψη σώματος. Μερικοί δήθεν επικοινωνούν μέσα απ’ τα κινητά, αρκετοί πουλάνε τους δικούς τους για προσωπικά οφέλη και μετά χάνεται η εμπιστοσύνη, ελάχιστοι νοιάζονται όσο θα ‘πρεπε για τους φίλους τους, λίγο το ένα λίγο τ’ άλλο και πάρα πολλοί καταλήγουν να περνάνε μεγάλες χρονικές περιόδους κατ’ ουσίαν μόνοι τους.

Ψυχολόγοι και φάρμακα, ναρκωτικά κι άλλα πολλά έρχονται για να υποκαταστήσουν την παρέα, την κανονική, αυτή που μιλάτε ωραία και άνετα, όχι τις αμήχανες επιφανειακές συζητήσεις. «Happiness only real when shared» λέγανε στο Into the Wild, «Ξέρω θέλεις ένα χέρι σφιχτά να σε κρατάει / και μια καρδιά στον κίνδυνο μαζί σου να χτυπάει» λέει ο ΤΖΑΜΑΛ. 

Μαμπέτι είναι η χαλαρή κουβέντα, όπως αυτή που κάνεις με δικά σου άτομα ένα ζεστό μεσημέρι μέχρι να πέσει ο ήλιος. Έτσι και ‘μεις, πιάνουμε την κουβέντα με όσους από εσάς έχουμε να πούμε κάτι, με την υπόσχεση να μην μείνουμε μόνο στα γραπτά.

13.5.19

Sandman

Καριόλη Sandman.
Είδες εμένα να έρχομαι στο κρεβάτι σου,
να ανοίγω το κεφάλι σου στα δύο,
να ψαχουλεύω με τα βρωμόχερά μου κάθε ανάμνηση που είχες ποτέ
-ακόμα κι αυτές που δε θυμάσαι πια-,
να φτάνω στο σκοτεινότερο υπόγειο του μυαλού σου,
σ’ εκείνο το μικρό κουτί με την ταινία σήμανσης:
«ΠΡΟΣΟΧΗ: ΕΥΘΡΑΥΣΤΟ! ΜΗΝ ΑΚΟΥΜΠΑΤΕ!»,
-να τη γράφω στ’ αρχίδια μου-,
να το ανοίγω,
να καβατζώνω τις βαθύτερες επιθυμίες σου και τις σημαντικότερες εμπειρίες που δεν        έζησες ποτέ,
και, χαϊδεύοντας τα μαλλιά σου χαιρέκακα,
να στις κάνω όλες πραγματικότητα;
Δε με είδες.
Καριόλη. Ε καριόλη.


-Ψογκ

Υ.Γ.1: Ο Sandman είναι ο μυθικός, φολκλορικός άρχοντας των ονείρων, κατά τις ευρωπαϊκές παραδόσεις.

Υ.Γ.2: Το ποίημα πρωτοδημοσιεύτηκε στο τελευταίο Μαμπέτι (#6)

1.5.19

σημειώσεις για μια νικηφόρα λαϊκή κοινότητα

Καταρχήν γιατί κοινότητα. Κοινότητα γιατί το βασικό πρόβλημα της εποχής μας είναι ο ατομικισμός, η ερμηνεία του κόσμου, της ζωής και της καθημερινότητας με βάση μόνο το ατομικό συμφέρον. Πεθαίνει η συλλογικότητα και η ζεστασιά, μεγαλώνουμε με το "σώσε εσύ τον κώλο σου κι οι άλλοι πρόβλημά τους". Θέλει αγώνα να διαφυλάξουμε το αρχέγονο ένστικτο του νοιάξιμου για τον διπλανό μας.

Αντίθετα, η κοινότητα είναι αυτή που μπορεί να δημιουργήσει ένα υγιές περιβάλλον μέσα στο οποίο θα ανθίσουν οι εμπνεύσεις ελεύθερων ανθρώπων, μέσα στο οποίο θα μπορέσουμε να αναπτυχθούμε ολόπλευρα ως άτομα. Η κοινότητα είναι το γόνιμο έδαφος όπου αλληλεπιδρούμε μεταξύ μας με κοινό για όλους όφελος, όπου συνεργαζόμαστε για να βγει μια άκρη, όπου ξέρουμε πως υπάρχει ένα μέρος και μερικοί άνθρωποι να μας στηρίξουν έμπρακτα όταν χρειαστεί. Στην κοινότητα δεν είσαι ποτέ μόνος, ποτέ ξεκρέμαστος, εδώ είμαστε όλοι μαζί. Κάνουμε σχέδια μαζί, τα εφαρμόζουμε στην πράξη, τα αναπροσαρμόζουμε, βοηθάμε τον καθένα ξεχωριστά, μέσα σε ένα πλαίσιο που αφήνει χώρο στη δημιουργικότητα όλων μας.

Η κοινότητα θα είναι λαϊκή γιατί μεγαλώνουμε και ζούμε λαϊκά. Δεν θέλαμε και δεν θέλουμε τα πλούτη και τα λούσα, δεν μας έλκουν οι αστραφτερές βιτρίνες και τα γυαλιστερά αμάξια, γιατί τα όμορφα είναι απλά. Κυρίως όμως, γιατί δεν ανήκουμε σ' εκείνο το 1% του πληθυσμού που κατέχει το 99% του πλούτου, και όχι μόνο δεν ανήκουμε στο κομμάτι αυτό, αλλά στεκόμαστε και εχθρικά απέναντί του. Είμαστε με τους πολλούς, με όλους εκείνους που όχι μόνο δεν έτυχε να γίνουν κροίσοι, δεν το θέλησαν κι όλας ποτέ τους. Είμαστε με τους λαϊκούς, τους αγνούς, τους ταπεινούς, αυτούς που αγωνίζονται καθημερινά "για μια στάλα αξιοπρέπεια".

Όμως το θέμα είναι πως ό,τι κάνουμε δεν το κάνουμε μόνο για τον ευατό μας. Πέρα από τα προσωπικά οφέλη που μπορεί να έχει κάποιος από τη συμμετοχή του σε συλλογικές διδικασίες και σε κοινότητες, εφόσον αυτές είναι υγιείς, το κύριο παραμένει, εξ' ορισμού, η συνεισφορά στο κοινό. Γι' αυτό μιλάμε για κοινότητα και όχι για ατομικισμό.

Κι έτσι λοιπόν, θέτουμε ψηλά σε προτεραιότητα το εξής ζήτημα: ό,τι κάνουμε να μην είναι "φλου", να μην είναι "πάμε και βλέπουμε", αλλά να προσπαθούμε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, κάθε τι που κάνουμε να είναι αποτελεσματικό. Να έχει έναν έστω ελάχιστο αντίκτυπο και να σπάει τη λογική της ηττοπάθειας, η οποία έχει καταντήσει ρουτίνα. Να προσπαθεί να αποτελεί μια πράξη πλήρη, όμορφη και λειτουργική, μέσα στη γενικότερη μετριότητα που κυριαρχεί. Να είναι ένα πολύ μικρό αλλά υπαρκτό παράδειγμα που να αποδεικνύει το ότι αν θέλουμε να κάνουμε κάτι σωστά, μπορούμε.

Πάνω απ' όλα όμως, θέλουμε οι κοινότητές μας να είναι νικηφόρες, για το λόγο του ότι μας ενδιαφέρει να συμβάλουν πραγματικά στην καθημερινότητά μας, να έχουν ουσιαστική σημασία για τις πραγματικές ζωές των ανθρώπων που περικλείουν μέσα ή γύρω τους. Να μην είναι παιχνιδάκι, αλλά μια υλική βελτίωση των ζωών μας. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται ευθύνη και υπομονή.

Για ένα από τα πράγματα για τα οποία αισθάνομαι περήφανος και εν μέρει τυχερός για το σλίτζι, είναι η εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη είναι ίσως το πρώτο καθοριστικό βήμα για μια ομάδα ανθρώπων. Αν υπάρχει εμπιστοσύνη, όλα γίνονται πιο εύκολα, όμως η εμπιστοσύνη δεν ορίζεται αξιωματικά, δηλαδή "πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη μεταξύ μας, άρα θα έχουμε". Κατακτάται με τον καιρό και κυρίως με τις πράξεις.

Δεν αρκεί, όμως, ούτε η εμπιστοσύνη από μόνη της, θέλουμε και μηχανισμούς που θα λειτουργούν αποτελεσματικά. Για παράδειγμα, θέλουμε να εξασφαλίζουμε πως ένα άτομο με συμπεριφορά σταθερά προβληματική για το σύνολο, θα απομακρύνεται από την ομάδα χωρίς πολλά-πολλά. Και δεν πειράζει, ας στεναχωρηθεί. Έτσι κι αλλιώς, όπως έλεγα και παραπάνω, το ζήτημα δεν είναι απλώς το να περάσουμε καλά, δεν είναι το να κάνουμε τη φάση μας. Το ζήτημα είναι να χτίζουμε νικηφόρες λαϊκές κοινότητες, όχι γκρουπ θέραπι για όσους έχουν νεύρα και πρέπει κάπου να γκρινιάξουν.

Ακόμη, απαιτείται να υπάρχει ο μηχανισμός που θα εξασφαλίζει την υλοποίηση των στόχων μας, όσο το δυνατόν πιο ανεξάρτητα από τις επιμέρους πρωτοβουλίες που ενδεχομένως να πάρουν τα άτομα. Δεν μπορούμε να στηριχτούμε στις πρωτοβουλίες γιατί με μαθηματική ακρίβεια θα έρθει μια μέρα που κανείς δεν θα έχει όρεξη για αυτές, και τότε η ύπαρξη της κοινότητας θα αρχίσει να αμφισβητείται, εκτός κι αν υπάρχει ο κατάλληλος μηχανισμός που θα μοιράζει τις ευθύνες από πριν, ανάλογα με τις επιθυμίες του καθενός. Αντιθέτως, αν η μη-όρεξη μιας περιόδου δεν δημιουργήσει αναταράξεις μες στην κοινότητα, εφόσον έχει εξασφαλιστεί ούτως ή άλλως η εύρυθμη λειτουργία και η αποτελεσματικότητά της μέσω του κατάλληλου μηχανισμού, όταν ξαναρθεί κάποια στιγμή η όρεξη σε αρκετά άτομα, θα έχουν να πατήσουν πάνω σε ένα στέρεο έδαφος και να αναπτύξουν ολόπλευρα την όποια έμπνευση/όρεξη/πρωτοβουλία τους. Χωρίς τις αναταράξεις, χωρίς τη γκρίνια, χωρίς τη μιζέρια που δημιουργεί η αναποτελεσματικότητα.

Φυσικά, τα πάντα παραμένουν εθελοντικά. Εθελοντικά δεσμευόμαστε να φέρουμε κάτι εις πέρας ακόμη κι αν στιγμιαία δεν έχουμε όρεξη. Δεν μας αναγκάζει κανείς. Και δεσμευόμαστε να το κάνουμε παρά τη μη-όρεξή μας, ακριβώς επειδή δεν θέτουμε ως μοναδική αξία το εγώ μας και την ατομική μας ικανοποίηση. Γιατί, εφόσον παίρνουμε την απόφαση να μπούμε σε μια κοινότητα ανθρώπων, για να είμαστε τίμιοι, πρέπει ορισμένες φορές να χαμηλώνουμε κάπως το εγώ για χάρη του εμείς.

Κι επειδή η υπόθεση της συλλογικής ζωής έναντι της ατομικής, της δημιουργικής συνεργασίας έναντι του κανιβαλιστικού ανταγωνισμού είναι πολύ μεγάλη, αξίζει να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να την κάνουμε πράξη.

-C. Lupus

*από το Μαμπέτι #5